Σύμφωνα με τα άρθρα 105Β, 106, 108, 109 και 110 του νέου Ποινικού Κώδικα, ως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τον ν. 4855/2021, για την απόλυση καταδίκου υπό όρο, ή για την ανάκλησή της, αποφασίζει το συμβούλιο των πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής, με κλήση του καταδίκου (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από την συνεδρίαση, κατά την οποία μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως, ή με συνήγορο που διορίζει με απλό έγγραφο θεωρημένο από τον διευθυντή της φυλακής, ή τις αρμόδιες αρχές (άρθρο 110). Η απόλυση υπό όρο χορηγείται με αίτηση της διεύθυνσης του καταστήματος στο οποίο κρατείται ο καταδικασθείς, υπό τους εξής όρους.

A. Προϋποθέσεις χορήγησης απόλυσης (άρθρο 105Β)

Όσοι καταδικάστηκαν σε στερητική της ελευθερίας ποινή μπορούν να απολυθούν (υπό τον όρο της ανάκλησης), εφ όσον έχουν εκτίσει,

1) Σε περίπτωση φυλάκισης, τα 2/5 της ποινής. 

2) Σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης, τα 3/5 της ποινής. 

3) Σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, τουλάχιστον 20 έτη.

4) Για τα παρακάτω κακουργήματα, τα 4/5 της ποινής. 

α) Διακεκριμένες περιπτώσεις και ιδιαίτερα διακεκριμένες περιπτώσεις εγκλημάτων περί τα ναρκωτικά ( άρθρα 22 και 23 του ν. 4139/2013).

β) Εσχάτη προδοσία (άρθρο 134)

γ) Εγκληματική οργάνωση (άρθρο 187)

δ) Τρομοκρατική οργάνωση (άρθρο 187Α)

ε) Εμπρησμός σε δάση, 1) που προκάλεσε σημαντική βλάβη σε εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας, 2) είχε ως αποτέλεσμα βαριά σωματική βλάβη ανθρώπου, 3) η φωτιά εξαπλώθηκε σε μεγάλη έκταση ή είχε ως επακόλουθο σοβαρή ή ευρεία ρύπανση ή υποβάθμιση ή σοβαρή ή ευρεία οικολογική και περιβαλλοντική διατάραξη ή καταστροφή, 4) είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο άλλου (περ. γ΄ και δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 265)

στ) Ανθρωποκτονία με δόλο (παρ. 1 άρθρου 299)

ζ) Εμπορία ανθρώπων (άρθρο 323Α)

η) Αρπαγή ανηλίκου (άρθρο 324)

θ) Ληστεία (άρθρο 380)

ι) Εκβίαση (άρθρο 385)

ια) Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, όπως βιασμός, προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας, γενετήσιες πράξεις με ανηλίκους, κατάχρηση ανηλίκων, κατάχρηση σε γενετήσια πράξη, πορνογραφία ανηλίκων, προσέλκυση παιδιών για γενετήσιους λόγους, κλπ (19ο κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους του ΠΚ),

Σημείωση 1

Προκειμένου για ποινές κάθειρξης δεν χορηγείται στον καταδικασθέντα απόλυση υπό όρο, αν δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με τα (2/5) της ποινής που του επιβλήθηκε και, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης (16) έτη.

Σημείωση 2

Προκειμένου για τις ποινές κάθειρξης που επιβλήθηκαν για τα κακουργήματα υπό τον παραπάνω αριθμό (4) απόλυση δεν μπορεί να χορηγηθεί στον καταδικασθέντα, αν αυτός δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με τα (3/5) της ποινής που του επιβλήθηκε, και σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης (18) ετών. Το παραπάνω κατά περίπτωση χρονικό διάστημα προσαυξάνεται κατά το (1/3) των λοιπών ποινών που τυχόν έχουν επιβληθεί, στην περίπτωση που αυτές συντρέχουν σωρευτικά. Σε κάθε περίπτωση ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει παραμείνει στο κατάστημα (20) έτη και αν εκτίει περισσότερες ποινές ισόβιας κάθειρξης, αν έχει παραμείνει (25) έτη.

Σημείωση 3

Στην περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά περισσότερες ποινές, ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει εκτίσει το άθροισμα των τμημάτων των ποινών.

Σε κάθε περίπτωση ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί, αν έχει εκτίσει (25) έτη και όταν το παραπάνω άθροισμα υπερβαίνει το όριο αυτό.

Σημείωση 4

Αν ο καταδικασθείς εργάζεται, κάθε ημέρα εργασίας υπολογίζεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της σωφρονιστικής νομοθεσίας.

Σημείωση 5

Κάθε ημέρα κράτησης των παρακάτω κρατουμένων υπολογίζεται ευεργετικά ως (2) ημέρες εκτιόμενης ποινής.

α) κρατουμένους που πάσχουν από ημιπληγία ή παραπληγία, σκλήρυνση κατά πλάκας ή έχουν υποβληθεί σε επέμβαση μεταμόσχευσης καρδιάς, ήπατος, νεφρού ή μυελού των οστών ή είναι φορείς του συνδρόμου επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας ή πάσχουν από κακοήθη νεοπλάσματα ή από νεφρική ανεπάρκεια για την οποία γίνεται τακτική αιμοκάθαρση ή από φυματίωση κατά τη διάρκεια της θεραπείας της,

β) κρατουμένους με ποσοστό αναπηρίας (50%) και άνω, που δεν μπορούν να εργαστούν, εφόσον κρίνεται ότι η παραμονή τους στο κατάστημα κράτησης καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης,

γ) κρατουμένους με ποσοστό αναπηρίας (67%) και άνω,

δ) κρατουμένους στους οποίους απαγορεύεται ύστερα από γνωμάτευση από Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) η ανάληψη εργασίας ή απασχόλησης που μπορεί βάσιμα να προκαλέσει σοβαρή και μόνιμη βλάβη στην υγεία τους,

ε) κρατουμένους οι οποίοι νοσηλεύονται σε θεραπευτικά καταστήματα ή νοσοκομεία εφόσον η νοσηλεία τους έχει διαρκέσει τουλάχιστον (4) μήνες,

στ) κρατούμενες μητέρες για όσο διάστημα έχουν μαζί τους τα ανήλικα τέκνα τους,

ζ) κρατουμένους που συμμετέχουν σε θεραπευτικό πρόγραμμα ψυχικής απεξάρτησης από ναρκωτικά εγκεκριμένου, κατά το άρθρο 51 του ν. 4139/2013 οργανισμού και

η) κρατουμένους για όσο διάστημα διαρκεί η κράτησή τους σε χώρους αστυνομικών τμημάτων, ή αστυνομικών διευθύνσεων.

B. Μη χορήγηση απόλυσης (άρθρο 106)

Η απόλυση υπό όρο μπορεί να μην χορηγηθεί αν κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι η διαγωγή του καταδικασθέντος, κατά την έκτιση της ποινής του, καθιστά αναγκαία τη συνέχιση της κράτησής του για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν νέων αξιόποινων πράξεων. Μόνη η αναιτιολόγητη επίκληση πειθαρχικού παραπτώματος κατά την έκτιση της ποινής δεν αρκεί για τη μη χορήγηση της απόλυσης.

Γ. Υποχρεώσεις απολυομένου (άρθρο 106)

Στον απολυόμενο μπορούν να επιβληθούν ορισμένες υποχρεώσεις που θα αφορούν τον τρόπο της ζωής του και ιδίως τον τόπο διαμονής του, με ανάλογη εφαρμογή των περ. δ΄ έως ζ΄ της παρ. 2 του άρθρου 99. Οι υποχρεώσεις αυτές, όπως και αυτές που επιβάλλονται από τον νόμο, μπορούν πάντοτε να ανακληθούν ή να τροποποιηθούν αυτεπάγγελτα ή με αίτηση εκείνου που απολύθηκε.

Δ. Ανάκληση απόλυσης (άρθρο 107)

Η απόλυση μπορεί να ανακληθεί, αν εκείνος που απολύθηκε δεν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν κατά την απόλυση, ή εφ όσον ασκήθηκε σε βάρος του δίωξη για κακούργημα το οποίο τελέστηκε στο χρονικό διάστημα του άρθρου 109. Στην περίπτωση αυτή ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στη διάρκεια της ποινής, ο κατάδικος όμως δεν εμποδίζεται να ζητήσει εκ νέου την υπό όρο απόλυσή του.

Σημείωση 6

Σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, για να προληφθεί κίνδυνος της δημόσιας τάξης, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών του τόπου διαμονής εκείνου που απολύθηκε μπορεί να διατάξει την προσωρινή σύλληψή του ύστερα από την οποία προκαλείται αμέσως με την νόμιμη διαδικασία η απόφαση για την ανάκληση (άρθρο 110).

Ε. Άρση απόλυσης (άρθρο 108)

Η απόλυση αίρεται αν μέσα στο χρονικό διάστημα της ποινής το οποίο υπολειπόταν για έκτιση, σε όσες περιπτώσεις αυτό είναι ανώτερο από (3) έτη, εκείνος που απολύθηκε διαπράξει έγκλημα με δόλο, για το οποίο του επιβλήθηκε αμετακλήτως οποτεδήποτε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη από (1) έτος. Στην περίπτωση αυτή εκτίει αθροιστικά και ολόκληρο το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής, το οποίο όφειλε να εκτίσει κατά τον χρόνο της απόλυσης.

ΣΤ. Συνέπειες της μη ανάκλησης - Έκτιση ποινής (Άρθρο 109)

Αν από την απόλυση περάσει το χρονικό διάστημα της ποινής το οποίο υπολειπόταν για έκτιση, σε όσες περιπτώσεις αυτό είναι ανώτερο από (3) έτη, ή αν περάσουν (3) έτη χωρίς να γίνει ανάκληση, η ποινή θεωρείται ότι εκτίθηκε.

Σημείωση 7

Η ισόβια κάθειρξη θεωρείται ότι εκτίθηκε, αν περάσουν  (10) έτη από την απόλυση χωρίς να γίνει ανάκληση της απόλυσης.