Υιοθεσία ανηλίκου αλλοδαπής ιθαγένειας.

Στην περίπτωση που ο υιοθετών και ο υιοθετούμενος έχουν διαφορετική υπηκοότητα, η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων της υιοθεσίας διέπεται επιμεριστικώς από το δίκαιο της ιθαγένειας του κάθε μέρους, δηλαδή ως προς μεν τον υιοθετούντα από το δίκαιο της ιθαγένειάς του, ενώ ως προς τον υιοθετούμενο από το δίκαιο της δικής του ιθαγένειας, με την επιφύλαξη ότι οι εφαρμοστέες διατάξεις του αλλοδαπού δικαίου δεν προσκρούουν στα χρηστά ήθη, ή στη δημόσια τάξη, τα οποία προκριματίζουν την εφαρμογή κάθε αλλοδαπής διάταξης (ΕΑ 2324/2005 ΕφΘεσσ 1438/2005, ΕΑ 489/2001, ΠΠρΑθ 954/2005).

Το δικαστήριο δηλαδή, ως έχον την απαιτούμενη διεθνή δικαιοδοσία, θα κρίνει εάν οι διατάξεις του αλλοδαπού δικαίου που τυγχάνουν εφαρμογής ως προς τον αλλοδαπό υιοθετούμενο, παραβιάζουν ή όχι την ημεδαπή δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη, και αν, κατ' επέκταση, θα εφαρμοσθούν ή όχι από αυτό, δεδομένου ότι η επιφύλαξη της δημόσιας τάξης που θεσπίζεται με τη διάταξη του άρθρου 33 ΑΚ προκριματίζει την εφαρμογή κάθε αλλοδαπής διάταξης, και επομένως, όταν εφαρμοστέο δίκαιο είναι αλλοδαπό δίκαιο, ο δικαστής προκαταρκτικώς οφείλει να κρίνει αν αυτή προσαρμόζεται στην ημεδαπή δημόσια τάξη και συμβιβάζεται με αυτήν (βλ. ΟλΑΠ 6/1990, ΠΠρΘεσ 25358/2007).

Ο όρος δημόσια τάξη περιλαμβάνει και την έννοια των χρηστών ηθών, τα οποία είναι γενικές θεμελιώδεις αντιλήψεις περί ηθικής που επικρατούν σε ορισμένο τόπο και καθορισμένο χρόνο. Πρέπει να σημειωθεί ότι οσάκις το ημεδαπό δίκαιο περιέχει όμοια διάταξη με αυτήν του αλλοδαπού δικαίου, ή δεν αντίκειται στη δημόσια τάξη, δεν αποκλείει την πρόσκρουση της εφαρμογής της διάταξης εκείνης στην ημεδαπή δημόσια τάξη. Εφόσον διαπιστωθεί ότι η εφαρμογή της αλλοδαπής διάταξης προσκρούει στη συγκεκριμένη περίπτωση στην Ελληνική δημόσια τάξη, η αλλοδαπή διάταξη δεν εφαρμόζεται.

Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του ΑΚ για την υιοθεσία.