Σύμφωνα με το (νέο) άρθρο 1520 ΑΚ, ως τούτο αντικαταστάθηκε από το άρθρο 13 του ν. 4800/2021, ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της ευρύτερης επικοινωνίας με αυτό, στην οποία περιλαμβάνονται, τόσο η φυσική παρουσία και επαφή του με το τέκνο, όσο και η διαμονή του τέκνου στην οικία του.

Α) Χρόνος επικοινωνίας με το τέκνο

Ο χρόνος επικοινωνίας του τέκνου με φυσική παρουσία με τον γονέα, με τον οποίο δεν διαμέ­νει, τεκμαίρεται (μαχητά) στο 1/3 του συνολικού χρόνου, εκτός αν ο γονέας αυτός ζητά μικρότερο χρόνο επικοι­νωνίας, ή επιβάλλεται να καθορισθεί μικρότερος ή μεγα­λύτερος χρόνος επικοινωνίας για λόγους που αφορούν στις συνθήκες διαβίωσης, ή στο συμφέρον του τέκνου, εφ όσον, σε κάθε περίπτωση, δεν διαταράσσεται η καθη­μερινότητα του τέκνου.

Επειδή το τεκμήριο του 1/3 είναι μαχητό, σε συνδυασμό με το νέο άρθρο 1513 ΑΚ, ως τούτο αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του ν. 4800/2021, που καθιερώνει την άσκηση της γονικής μέριμνας «από κοινού και εξίσου» και εισάγει την υποχρεωτική ίση χρονική κατανομή της γονικής μέριμνας και της συνακόλουθης εναλλασσόμενης κατοικίας του ανήλικου τέκνου, ο χρόνος επικοινωνίας του τέκνου με τον άλλο γονέα μπορεί να φθάσει στο 1/2 του χρόνου σε ετήσια, μηνιαία, ή και  24ωρη επικοινωνία.

Σημείωση 1

Ο εύλογος χρόνος επικοινωνίας τεκμαίρεται μαχητά, από μόνη τη γονεϊκή ιδιότητα ενός προσώπου, ότι πρέπει να ανέρχεται τουλάχιστον «στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου» του παιδιού. Το τεκμήριο είναι μαχητό, με συνέπεια ο άλλος γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο να δύναται να αποδείξει ότι αυτός ο χρόνος επικοινωνίας δεν είναι ο προσήκων για το συμφέρον του παιδιού και πρέπει να μειωθεί λόγω των ειδικών συνθηκών διαβίωσης, όπως τις σχολικές υποχρεώσεις, την ηλικία, την κατάσταση της υγείας του. Ομοίως ο γονέας που αιτείται μικρότερο χρόνο επικοινωνίας από το 1 /3 που προβλέπει το άρθρο 1520 Α.Κ. έχει το βάρος απόδειξης ότι τούτο είναι δικαιολογημένο με βάσει τις συνθήκες διαβίωσης και το συμφέρον του τέκνου (λ.χ. ηλικία, ειδικές ανάγκες, σχολικές υποχρεώσεις), όχι όμως και του δικαιούχου γονέα (λ.χ. επαγγελματικές ενασχολήσεις, φόρτος εργασίας, νέα οικογένεια, παιδί από άλλη σχέση) ο οποίος πρέπει κατ' αρχήν να του αφιερώνει το 1/3 του συνολικού του χρόνου, άλλως στοιχειοθετείται κατ' αρχήν περίπτωση κακής άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας και του δικαιώματος της γονικής μέριμνας, λόγω του λειτουργικού τους χαρακτήρα (ΜονΠρΘεσ 317/2022, ΜονΠρΘεσ 2792/2022).

Σημείωση 2

Το συμφέρον του τέκνου κατά το άρθρο 1511 ΑΚ αποτελεί σε κάθε περίπτωση ένα σταθερό γνώμονα για την εφαρμογή του άρθρου 1520 ΑΚ, εκτός της εξουσίας διάθεσης των διαδίκων γονέων, όταν το δικαστήριο καλείται να ρυθμίσει ετερόνομα την επικοινωνία σε περίπτωση που οι γονείς διαφωνούν ως προς το εύρος και τους όρους της ή σε περίπτωση που η συμφωνία των γονέων δεν είναι νόμιμη. Η επιβαλλόμενη συνεκτίμηση της προσωπικής γνώμης του ίδιου του ανήλικου (άρθρο 1520 παρ. 1 εδ. 4 ΑΚ) σε συνδυασμό με την αξιολογική στάθμιση και αξιολόγηση των συμφερόντων των γονέων και του τέκνου μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετική  διευθέτηση του χρόνου και τρόπου επικοινωνίας από αυτή που προτείνουν στο Δικαστήριο οι διάδικοι γονείς ή τεκμαίρεται ως ωφέλιμη από το άρθρο 1520 παρ. 1 εδ. γ' ΑΚ (ΜονΠρΘεσ 317/2022, ΜονΠρΘεσ 2792/2022).

Σημείωση 3

Το συμφέρον του τέκνου, ως κριτήριο για τη ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο, αποτελεί αόριστη νομική έννοια, που εξειδικεύεται από το δικαστήριο ανάλογα με τις συνθήκες της συγκεκριμένης περιπτώσεως, συνεκτιμώντας τα πραγματικά περιστατικά που προκύπτουν με βάση αξιολογικά κριτήρια, αντλούμενα από τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας, λαμβάνοντας υπόψη και τα πορίσματα της εξελικτικής ψυχολογίας και παιδοψυχιατρικής (ΜονΠρΘες 317/2022, ΜονΠρΘεσ 2792/2022).

Σημείωση 4

Το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου τέκνου εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και τη φροντίδα του τέκνου, καθώς και από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεων του με καθέναν από αυτούς. Το δικαστήριο ζητάει και συνεκτιμά τη γνώμη του τέκνου ανάλογα με την ωριμότητά του (άρθρο 1511 παρ. 4 ΑΚ) και λαμβάνει υπόψη τους δεσμούς του τέκνου με καθεναν από τους γονείς και τους αδερφούς του, τυχόν συμφωνίες των γονέων για την άσκηση της γονικής μέριμνας (άρθρο 1514 παρ. 3 ΑΚ), την ικανότητα και πρόθεση καθενός γονέα να σέβεται τα δικαιώματα του άλλου, τη συμπεριφορά του γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα, τη συμμόρφωση του κάθε γονέα με τις νόμιμες υποχρεώσεις του, με δικαστικές αποφάσεις, με εισαγγελικές διατάξεις και με προηγούμενες συμφωνίες που είχε συνάψει με τον άλλο γονέα (άρθρο 1511 παρ. 2 εδ. β' ΑΚ) (ΜονΠρΘεσ 317/2022, ΜονΠρΘεσ 2792/2022).

Σημείωση 5

 Ο υπολογισμός του ενός τρίτου (1/3) του χρόνου του συνολικού χρόνου του παιδιού πρέπει κατά κανόνα να ερμηνευτεί ως το ένα τρίτο (1/3) της εκάστοτε χρονικής περιόδου που διανύει το παιδί στη ζωή του (σχολική χρονιά, θερινές ή εορταστικές διακοπές κ.ο.κ.) χωρίς να ενδιαφέρει ο στενός εννοιοκρατικός και μαθηματικός υπολογισμός του 1 /3 εκ του συνόλου των ημερών ενός έτους. Με την παρ. 1 εξειδικεύεται η έννοια της επικοινωνίας. Αυτή περιλαμβάνει τόσο τη φυσική παρουσία και επαφή του γονέα με το τέκνο, όσο και τη διαμονή του τέκνου στην οικία του. Καθίσταται έτσι σαφές, ότι η επικοινωνία δεν περιλαμβάνει μόνο τη διαμονή του παιδιού στην οικία του γονέα, αλλά και άλλες μορφές επαφής, με φυσική παρουσία (λ.χ. ο γονέας δειπνεί με το παιδί ή το συνοδεύει σε δραστηριότητες) ή όχι (λ.χ. βιντεοκλήση, απλή τηλεφωνική επικοινωνία). Ωστόσο, η επικοινωνία χωρίς φυσική παρουσία δεν προσμετράται για τον υπολογισμό του 1 /3, όπως ρητά προβλέπεται στο 3ο εδάφιο της παρ. 1. Σημειώνεται ότι, ναι μεν το άρθρο 1520 παρ. 1 εδ. α' ΑΚ κάνει λόγο για κατά το δυνατό ευρύτερη επικοινωνία στην οποία περιλαμβάνεται και η διαμονή στην οικία του δικαιούχου (κάτι που αφορά τον τόπο της επικοινωνίας), οι λέξεις όμως «κατά το δυνατό» υποδηλώνουν αυτό που είναι και αυτονόητο, ότι, δηλαδή, η διαμονή στην οικία του δικαιούχου συνήθως είναι επιθυμητή από αυτόν, δεν είναι όμως πάντα απεριόριστα δυνατή (ΜονΠρΘεσ 317/2022, ΜονΠρΘεσ 2792/2022).

Σημείωση 6

Η επικοινωνία του παιδιού με τον γονέα δεν πρέπει να διαταράσσει την «καθημερινότητα» του παιδιού (1520 παρ. 1 εδ. γ' ΑΚ). Αυτό σημαίνει ότι ο γονέας που επιδιώκει διευρυμένη επικοινωνία έχει τη δυνατότητα και την υποχρέωση να υλοποιήσει το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του παιδιού, που έχει συμφωνηθεί από τους δύο γονείς ή οριστεί από το δικαστήριο. Πλην, όμως, η μέριμνα να μη διαταραχθεί η σχολική τους φοίτηση και καθημερινότητα δεν θα πρέπει να οδηγεί στη λύση τα παιδιά να διαμένουν όλες τις εργάσιμες ημέρες με τον έχοντα την επιμέλεια γονέα και όλα τα Σαββατοκύριακα και διακοπές με τον άλλο γονέα, με αποτέλεσμα μεγάλες στρεβλώσεις στην ανάπτυξη της σχέσης τους με καθένα από τους δύο. Τούτο δε διότι θα βιώνουν μία απολύτως διχοτομική κατάσταση, όπου ο περιορισμένος χρόνος τους με τον έχοντα την επιμέλεια γονέα (λόγω σχολείου, μελέτης, εξωσχολικών δραστηριοτήτων, και ταυτόχρονα εργασίας και οικιακών δραστηριοτήτων του γονέα) θα χαρακτηρίζεται από υποχρεώσεις και όρια ενώ ο ποιοτικός χρόνος που θα περνούν με τον άλλο γονέα θα έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την ευχαρίστηση ΜονΠρΘεσ 317/2022, ΜονΠρΘεσ 2792/2022).

Β) Αποκλεισμός, ή περιορισμός, της επικοινωνίας

Αποκλεισμός, ή περιορισμός, της επικοινωνίας είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως όταν ο γονέας με τον οποίον δεν διαμένει το τέκνο, κριθεί ακατάλληλος να ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας. Για την διαπίστωση της ακαταλληλότητας του γονέα το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως την εκπόνηση εμπεριστατωμένης έκθεσης κοινωνικών λειτουργών, ή ψυχιάτρων ή ψυχολόγων.

α) Με την ρύθμιση, το δικαίωμα επικοινωνίας υπόκειται σε περιορισμούς, εφ όσον αυτοί είναι αναγκαίοι για την προστασία του συμφέροντος του τέκνου. Οι περιορισμοί μπορεί να αναφέρονται στον τόπο, ή τον χρόνο της επικοινωνίας, την παρουσία τρίτων προσώπων κατά την διάρκειά της, ή ακόμη να συνίστανται στη λήψη μέτρων που διαμορφώνουν την επικοινωνία µε ιδιαίτερο τρόπο λόγω ειδικών περιστάσεων. 

β) Η δυνατότητα προσωπικής επικοινωνίας δεν μπορεί να αφαιρεθεί από το γονέα που δεν έχει μαζί του το τέκνο, ούτε και να περιορισθεί, παρά µόνο στο μέτρο, που σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τούτο επιβάλλεται από σπουδαίο λόγο και ιδίως όταν υφίστανται εξαιρετικά ακραίες καταστάσεις, ή η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας γίνεται µε τρόπο καταχρηστικό.

γ) Θεωρείται αυτονόητο ότι, ο αποκλεισμός του δικαιώματος επικοινωνίας προϋποθέτει την εξάντληση κάθε προσπάθειας υποβολής του δικαιώματος σε συγκεκριμένους περιοριστικούς όρους, ενώ ο διαρκής αποκλεισμός δύναται να επιβληθεί, µόνο όταν άλλα, χρονικώς περιορισμένα μέτρα, δεν επαρκούν.

δ) Τόσο για τον πλήρη αποκλεισμό, όσο και για τον περιορισμό της επικοινωνίας του τέκνου µε τον γονέα, ή τους απώτερους ανιόντες του, το Δικαστήριο θα εξετάσει εάν αυτό είναι αναγκαίο για το συμφέρον του τέκνου και όχι για το συμφέρον του γονέα, ή τρίτου, που έχει την επιμέλειά του και μόνο σε εξαιρετικά οριακές περιπτώσεις, όταν η ίδια η επικοινωνία είναι τραυματική για το παιδί.