Ο εξαγωγέας/πωλητής προβαίνει στη φόρτωση του εμπορεύματος και μεταβιβάζει τα φορτωτικά έγγραφα  (φορτωτική, τιμολόγιο, ασφαλιστήριο συμβόλαιο, κιβωτολόγιο, έγγραφα ναύλωσης κ.λ.π.) στην Τράπεζά του. Το εμπόρευμα έχει τελωνισθεί συνήθως στο λιμάνι εξόδου και η αντίστοιχη φορτωτική δίνεται στον πωλητή. Ακολουθεί η παράδοση των φορτωτικών εγγράφων στην Τράπεζα του πωλητή.

Η Τράπεζα του πωλητή στέλνει αντίγραφο των φορτωτικών εγγράφων μαζί με τις σχετικές  οδηγίες παραλαβής του εμπορεύματος στην  αντίστοιχη Τράπεζα του εισαγωγέα/αγοραστή. Γίνεται η σχετική ειδοποίηση στον αγοραστή για τις περαιτέρω ενέργειες.  Όταν ο αγοραστής λάβει τις οδηγίες παραλαβής του εμπορεύματος με τις αντίστοιχες φωτοτυπίες των φορτωτικών εγγράφων και συμφωνήσει, προβαίνει στην πληρωμή του μέσω της Τράπεζάς του. 

Με την κατάθεση του ποσού των χρημάτων που αντιστοιχεί στην αξία των εμπορευμάτων, η Τράπεζα του αγοραστή θα του δώσει τα πρωτότυπα φορτωτικά έγγραφα, για να  μπορέσει να αποκτήσει την νομή του εμπορεύματος και επομένως την κυριότητα του εμπορεύματος. Ο αγοραστής – εισαγωγέας προβαίνει στον τελωνισμό των εμπορευμάτων  αφού είναι πλέον κύριος του εμπορεύματος.

Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της D/P είναι το μειωμένο κόστος από τις τραπεζικές υπηρεσίες σε σχέση με την Ενέγγυα Πίστωση, που, όμως, αντισταθμίζεται από το γεγονός ότι, είτε ο εισαγωγέας/αγοραστής θα απορρίψει τα φορτωτικά έγγραφα, είτε δεν θα προβεί τελικά στην πληρωμή, ενώ το φορτίο θα έχει ήδη αποσταλεί από τον εξαγωγέα. Η μέθοδος αυτής πληρωμής συνίσταται όταν υπάρχει σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο μερών.