Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό και προς εκείνη του άρθρου 11 παρ.1α ν.  489/1976, προκύπτει, ότι μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλισμένου μπορεί έγκυρα να συμφωνηθεί, ότι αποκλείεται η κάλυψη από τον ασφαλιστή των ζημιών, που προκαλούνται από την κυκλοφορία του αυτοκινήτου, όταν τούτο οδηγείται από οδηγό, ο οποίος δεν έχει την, από το νόμο και για την κατηγορία του οχήματος, το οποίο οδηγεί, προβλεπόμενη άδεια οδήγησης. Η συνομολόγηση του παραπάνω όρου, που παρέχει στον ασφαλιστή δικαίωμα αναγωγής κατά του οδηγού, του ασφαλισμένου και του λήπτη της ασφάλισης (αντισυμβαλλόμενου) μπορεί να γίνει με την ενσωμάτωση του όρου αυτού στην σύμβαση ασφάλισης, κατ εφαρμογή του άρθρου 6Β παρ.1 του πδ. 237/1986.

Η συνομολόγηση του όρου αυτού δεν απαλλάσσει μεν τον ασφαλιστή της υποχρέωσής του να αποζημιώσει τον ζημιωθέντα τρίτο, παρέχει όμως στον ασφαλιστή το δικαίωμα να εναγάγει τον οδηγό, τον ασφαλισμένο του και τον λήπτη της ασφάλισης και να ζητήσει από αυτούς ότι κατέβαλε στον ζημιωθέντα τρίτο για την αποκατάσταση της ζημίας, ή ότι πρόκειται να καταβάλει.

Από τα άρθρα 335, 336, 337 ΑΚ, που καθιερώνουν την αρχή της τεκμαιρομένης υπαιτιότητας, συνάγεται ότι, η κατ αρχήν υποχρέωση αποζημίωσης υπάρχει στο πρόσωπο του ιδιοκτήτη του οχήματος, ο οποίος παραχωρεί την οδήγησή του σε πρόσωπο, που στερείται άδειας οδήγησης. Αυτό δεν απαιτείται να το επικαλεσθεί στη σχετική αγωγή του ο ασφαλιστής (δεν αποτελεί στοιχείο της βάσης της αγωγής). Αντιθέτως, ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου για να καταρρίψει το σε βάρος του τεκμήριο υπαιτιότητας, πρέπει, κατ ένσταση, να επικαλεσθεί και να αποδείξει, ότι δεν βαρύνεται με υπαιτιότητα, γιατί δεν γνώριζε, ούτε μπορούσε να γνωρίζει, ότι το πρόσωπο στο οποίο παραχώρησε την οδήγηση δεν είναι ικανό προς οδήγηση, επειδή στερείτο άδειας οδήγησης. Επίσης δεν αποτελεί στοιχείο της βάσης της εξ αναγωγής αγωγής του ασφαλιστή, το οποίο τεκμαίρεται ότι υπάρχει, το στοιχείο της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράβασης του όρου της απαλλαγής του ασφαλιστή και της πρόκλησης του τροχαίου ατυχήματος. Κατά συνέπεια, ο ιδιοκτήτης ασφαλισμένος, ή ο λήπτης της ασφάλισης, πρέπει, κατ ένσταση να επικαλεσθεί και να αποδείξει την έλλειψη αιτιώδους συνάφειας, ή την έλλειψη υπαιτιότητας, ώστε να μην τελεσφορήσει η εναντίον του αναγωγή του ασφαλιστή.