Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 925 ΑΚ, ο κύριος, ή νομέας, κτίσματος, ή άλλου έργου, που συνέχεται με το έδαφος ευθύνεται για τη ζημία που προξενήθηκε σε τρίτον, εξ αιτίας ολικής ή μερικής πτώσης του, εκτός αν αποδείξει ότι η πτώση δεν οφείλεται σε ελαττωματική κατασκευή, ή σε πλημμελή συντήρησή του.

Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται αντικειμενική ευθύνη του κυρίου, ή νομέα κτίσματος, ή άλλου έργου, για την ζημία που προκάλεσε σε τρίτο η πτώση του. Αυτός απαλλάσσεται μόνο αν επικαλεσθεί κατ ένσταση και κατ ουσίαν αποδείξει ότι η πτώση δεν οφειλόταν σε ελαττωματική κατασκευή, ή πλημμελή συντήρηση.

Το μόνο δηλαδή που τεκμαίρεται είναι το ότι η πτώση προήλθε κατ αιτιώδη συνάφεια από ελαττωματική κατασκευή, ή πλημμελή συντήρηση και για να απαλλαγεί ο κύριος, ή νομέας, πρέπει να αποδείξει ακριβώς, ότι τέτοιος αιτιώδης σύνδεσμος δεν υπάρχει, γιατί η πτώση προήλθε από κάποια άλλη τρίτη αιτία, όπως ανωτέρα βία, ή ενέργεια τρίτου.

Το πότε το επικαλούμενο ως ανωτέρα βία γεγονός αποτελεί τρίτη αυτοτελή αιτία για την πτώση της οικοδομής, ή τμήματός της, και άρα αιτία για τη διακοπή της αιτιώδους συνάφειας, που, κατά την ίδια διάταξη του άρθρου 925 του ΑΚ, τεκμαίρεται ότι υπάρχει ανάμεσα στην υπάρχουσα ελαττωματική κατασκευή, ή την πλημμελή συντήρηση, της οικοδομής και της πτώσης της, εξαρτάται από την ένταση του γεγονότος, που εμφανίζεται ως ανωτέρω βία και η οποία (ένταση) τελεί σε αναλογία με την έκταση της πιο πάνω αιτιώδους συνάφειας.

Όταν όμως το επικαλούμενο ως ανωτέρα βία γεγονός, καίτοι μέτριας έντασης, συνδυάζεται πραγματικά με ελαττωματικότητα της οικοδομής, που απετέλεσε αιτία της πτώσης, περιορίζεται το ενδεχόμενο διάρρηξης της αιτιώδους συνάφειας και ανατροπής του νόμιμου τεκμηρίου, που προαναφέρθηκε.

Πταίσμα του κυρίου, ή νομέα, δικό του, ή των προστηθέντων του, δεν απαιτείται, ούτε τεκμαίρεται, ούτε και τον ωφελεί η απόδειξη, ότι δεν βαρύνεται ο ίδιος με πταίσμα, αλλά κάποιος άλλος, ενδεχομένως ο κατασκευαστής, ο εργολάβος, ο επιβλέπων μηχανικός, κλπ.

Οι προϋποθέσεις εφαρμογής της ως άνω διάταξης είναι, α) ο υπεύθυνος προς αποζημίωση, να είναι κύριος, ή νομέας, του κτίσματος, ή, του συνεχόμενου μετά του εδάφους άλλου έργου, β) να πρόκειται περί κτίσματος, ή άλλου έργου, συνεχόμενου μετά του εδάφους, σαν «κτίσματος» νοουμένου κάθε δομικού δημιουργήματος, που συνδέεται σταθερά με το έδαφος, πάνω ή κάτω από την επιφάνειά του, αδιάφορα από την κατάσταση, ή τον προορισμό του και σαν  «άλλου έργου» νοουμένου κάθε τεχνητού αντικειμένου, που συνδέεται με το έδαφος και εγκυμονεί κίνδυνο από πιθανή κατάρρευσή του και που, λόγω του τρόπου κατασκευής και της ιδιομορφίας του, δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί σαν «κτίσμα» όπως κολώνες καλωδίων, κεραίες, καπνοσυλλέκτες, διαφημιστικές πινακίδες κλπ και γ) η ζημία του τρίτου, να επήλθε εξ αιτίας της πτώσης του κτίσματος, ή του άλλου έργου, ολικής ή μερικής, σαν πτώσης νοουμένης της λύσης των τεχνικών συνδέσμων των διαφόρων υλικών του και η ολική η μερική κατάρρευσή του, σύμφωνα με το νόμο της βαρύτητας, ή και η ολική ή μερική υποχώρηση κάτω από μία συνηθισμένη δύναμη (ΑΠ 755/2009, ΑΠ 839/2000).