Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 247, 251, 298, 914 και 937 ΑΚ, συνάγεται ότι, σε περίπτωση αδικοπραξίας, αφ' ότου εκδηλώθηκε το ζημιογόνο γεγονός, γεννάται υπέρ του ζημιωθέντος αξίωση αποζημιώσεως για την όλη ζημία, θετική ή αποθετική, παρούσα ή μέλλουσα, αν είναι προβλεπτή κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων και εφ' όσον η δικαστική των επιδίωξη είναι δυνατή. Η  παραγραφή της αξιώσεως αυτής τρέχει για όλες τις ζημίες ενιαίως, από τότε που ο ζημιωθείς έλαβε γνώση των πρώτων επιζήμιων συνεπειών και του υπόχρεου προς αποζημίωση.

Από τον συνδυασμό δε των διατάξεων των άρθρων 261 εδ. α' ΑΚ και 221 παρ. 1 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι, σε περίπτωση ασκήσεως αγωγής για μέρος μόνον της αξιώσεως για αποζημίωση, η επίδοση της αγωγής διακόπτει την παραγραφή μόνον για το μέρος αυτό, ως προς το οποίο δημιουργείται αντιστοίχως εκκρεμοδικία. Εξ άλλου, κατά την διάταξη του άρθρου 268 εδ. α' του ΑΚ, "κάθε αξίωση που βεβαιώθηκε με τελεσίδικη απόφαση ή με δημόσιο έγγραφο εκτελεστό παραγράφεται μετά είκοσι χρόνια και αν ακόμη η αξίωση καθεαυτή υπαγόταν σε συντομότερη παραγραφή". Από την διάταξη αυτή, συνάγεται ότι, σε περίπτωση βεβαιώσεως με τελεσίδικη δικαστική απόφαση της υπάρξεως αξιώσεως για θετική και αποθετική ζημία από αδικοπραξία, από την τελεσιδικία αρχίζει εικοσαετής παραγραφή και ως προς το μέρος της όλης αξιώσεως για αποκατάσταση της ζημίας, η οποία ανάγεται σε χρόνο μεταγενέστερο εκείνου, για το οποίο επιδικάσθηκε αποζημίωση. Και αυτό, διότι και το μέρος αυτό της αξιώσεως, καίτοι δεν περιέχεται ειδική αναγνωριστική διάταξη στην απόφαση, θεωρείται ότι έχει βεβαιωθεί με δύναμη δεδικασμένου (άρθρο 331 ΚΠολΔ), με την παρεμπίπτουσα δικαστική κρίση, η οποία ήταν αναγκαία για την ύπαρξη δικαιώματος αποζημιώσεως του παθόντος γενικώς, για κάθε ζημία από την αδικοπραξία. Η νέα, όμως, αυτή εικοσαετής παραγραφή προϋποθέτει αναγκαίως, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 268 ΑΚ, την ύπαρξη αξιώσεως που δεν έχει ήδη υποκύψει στην μέχρι της τελεσιδικίας ισχύουσα βραχυχρόνια παραγραφή (Ολ.Α.Π. 23/1994, Ολ.Α.Π. 24/2003, Α.Π. 235/2011). Αντιθέτως, για εκείνες τις ζημίες, των οποίων δεν είναι δυνατή η πρόβλεψη, κατά τη συνήθη των πραγμάτων πορεία, γιατί οφείλονται σε μεταγενέστερη δυσμενή και απροσδόκητη εξέλιξη της κατάστασης της υγείας του παθόντος, που συνδέονται όμως αιτιωδώς προς την αδικοπραξία, η παραγραφή αρχίζει, αφ ότου ο παθών έλαβε γνώση της δυσμενούς και απροσδόκητης εξέλιξης της υγείας του και της αιτιώδους συνάφειάς της προς την αδικοπραξία (ΑΠ.2328/2009, ΑΠ 1012/2015).