Κατά την διάταξη του άρθρου 656 ΑΚ, ως ισχύει, αν ο εργοδότης έγινε υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας, ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να απαιτήσει την πραγματική απασχόλησή του, καθώς και το μισθό για το διάστημα που δεν απασχολήθηκε. Δικαίωμα να απαιτήσει το μισθό έχει ο εργαζόμενος και στην περίπτωση που η αποδοχή της εργασίας είναι αδύνατη από λόγους που αφορούν στον εργοδότη και δεν οφείλονται σε ανώτερη βία. Στις ανωτέρω περιπτώσεις ο εργαζόμενος δεν είναι υποχρεωμένος να παράσχει την εργασία σε άλλο χρόνο.

Συνεπώς, αν ο εργοδότης καταγγείλει την σύμβαση εργασίας, λόγω αδυναμίας πραγματικής απασχόλησής του εργαζομένου από ανωτέρα βία, δεν είναι υποχρεωμένος να καταβάλει την προβλεπόμενη αποζημίωση απόλυσης.

Η έννοια της ανώτερης βίας δεν δίδεται από το νομοθέτη. Έχει, όμως, γίνει παγίως δεκτό ότι ανώτερη βία είναι κάθε τυχερό γεγονός, απρόβλεπτο στη συγκεκριμένη περίπτωση, το οποίο ήταν αδύνατο να αποτραπεί ακόμη και με την λήψη μέτρων άκρας επιμέλειας και σύνεσης (ΑΠ 525/78, ΕφΘεσ 1775/1994).

Έχει κριθεί ότι η κακή οικονομική κατάσταση και η συνεπεία αυτής διακοπή κάθε οικονομικής δραστηριότητας του εργοδότη δεν αποτελεί ανωτέρα βία και επομένως δεν επηρεάζει την υποχρέωση του εργοδότη, να καταβάλει την αποζημίωση απόλυσης (ΕφΑθ 2392/2005,  ΑΠ 585/1988, ΜονΕφΠειρ 135/2017).