Α) Από το συνδυασμό των διατάξεων του ν. 551/1915, με εκείνες των άρθρων 34 παρ.2 και 60 παρ. 3 του α.ν. 1846/1951 «περί κοινωνικών ασφαλίσεων», συνάγεται ότι, όταν ο παθών από εργατικό ατύχημα είναι ασφαλισμένος στο ΙΚΑ (νυν ΕΦΚΑ), ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση για αποζημίωση του παθόντος. Απαλλάσσεται δηλαδή, τόσο της κατά το κοινό δίκαιο ευθύνης για αποζημίωση, όσο και της προβλεπόμενης από το ν. 551/1915 ειδικής αποζημίωσης και μόνον αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή του προστηθέντος από αυτόν, υποχρεούται ο εργοδότης να καταβάλει στον παθόντα την από το άρθρο 34 παρ. 2 προβλεπόμενη διαφορά μεταξύ του ποσού της κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των υπό του ΙΚΑ χορηγούμενων παροχών.

Β) Σύμφωνα με το άρθρο 212 ν. 4512/2018 «Η αληθής έννοια της παρ. 2 του άρθρου 34 του α.ν. 1846/1951 (Α' 179) είναι ότι ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει τη δαπάνη που προβλέπεται στην περίπτωση α' της παραγράφου 2 και τη διαφορά μεταξύ του ποσού της, κατά τον Αστικό Κώδικα, αποζημίωσης και των χορηγητέων ασφαλιστικών παροχών που προβλέπεται στην περίπτωση β' της παραγράφου 2, εφόσον, με δικαστική απόφαση, διαπιστώνεται ότι το ατύχημα, κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή του προστηθέντος από αυτόν προσώπου, είτε ως προς το αποτέλεσμα του ατυχήματος καθεαυτό είτε ως προς τη μη τήρηση διατάξεων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών, που ορίζουν μέτρα προστασίας της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία, εάν το ατύχημα συνδέεται αιτιωδώς με παραβάσεις των διατάξεων αυτών».

Γ) Κατά συνέπεια, σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, όταν ο παθών εργαζόμενος υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, και το ατύχημα δεν οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή του προστηθέντος από αυτόν προσώπου, είτε ως προς το αποτέλεσμα του ατυχήματος καθεαυτό, είτε ως προς τη μη τήρηση διατάξεων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών, που ορίζουν μέτρα προστασίας της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία, δεν νομιμοποιείται να αξιώσει από τον εργοδότη αποζημίωση λόγω αναπηρίας (του άρθρου 931 ΑΚ), (ΟλΛΠ 16/2006, ΑΠ 668/2915, ΜονΠρΘεσ 11140/2019, ΜονΠρΑθ 305/2020).

Σημείωση 1

Η κατά τα ανωτέρω απαλλαγή του εργοδότη από την ευθύνη προς αποζημίωση χωρεί, έστω κι αν δεν έχει γίνει η καταβολή των οφειλόμενων εισφορών στο ΙΚΑ και ανεξάρτητα από το χρόνο ασφάλισης του μισθωτού σ' αυτό, διότι ο νόμος απαιτεί απλά ο μισθωτός, που υπέστη το ατύχημα, να υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, χωρίς να αξιώνει και την προηγούμενη εγγραφή του στα μητρώα ασφαλισμένων του ιδρύματος, ενώ είναι αδιάφορο αν έχουν καταβληθεί οι εισφορές ή αν οφείλονται και από ποιον, αρκεί δε το ότι ο παθών δικαιούται να αξιώσει ασφαλιστικές παροχές από το ΙΚΑ, χωρίς να απαιτείται να έχει λάβει πράγματι αυτές (ΜονΠρΑθ 305/2020).

Σημείωση 2

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 914, 932 ΑΚ, 1 και 16 του ν. 551/1915 προκύπτει ότι ο παθών εργαζόμενος, που  υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ και το ατύχημα δεν οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή του προστηθέντος από αυτόν προσώπου, δικαιούται να αναζητήσει από τον εργοδότη μόνο χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη, ή ψυχική οδύνη οι συγγενείς σε περίπτωση θανάτου του, όταν συντρέχουν οι όροι της αδικοπραξίας. Για να δικαιούται ο παθών χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ή ψυχική οδύνη οι συγγενείς του, αρκεί να συνετέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν με την έννοια του άρθρου 914 ΑΚ, δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνον η ειδική αμέλεια περί την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 παρ.1 του ν. 551/1915.