Άρθρο 1.

  1. Συγκύριοι τουλάχιστον κατά εξήντα πέντε εκατοστά οικοπέδου ή γηπέδου που μπορεί να οικοδομηθεί σύμφωνα με το νόμο έχουν δικαίωμα να ζητήσουν δικαστικώς να επιτραπεί η οικοδόμησή του κατά το σύστημα της αντιπαροχής, αν συντρέχει αναπόφευκτη ανάγκη ή φανερή ωφέλεια για όλους τους συγκυρίους. Την οικοδόμηση κατά το σύστημα της αντιπαροχής μπορεί να την αναλάβει και συγκύριος.
  2. Αν στο οικόπεδο υπάρχει οικοδομή, η ανοικοδόμηση επιτρέπεται, υπό τους όρους της προηγούμενης παραγράφου, εφόσον η οικοδομή αυτή έχει νόμιμα χαρακτηριστεί ως κατεδαφιστέα, ως επικίνδυνη ή ως ετοιμόρροπη ή εφόσον, λόγω παλαιότητας ή σημαντικών ζημιών, η διατήρησή της είναι για όλους τους συγκυρίους ασύμφορη. Το ίδιο ισχύει αν η διατήρηση της υφιστάμενης οικοδομής είναι ασύμφορη, επειδή δεν εξαντλεί τον επιτρεπόμενο συντελεστή δόμησης. Αν είναι δυνατή και συμφέρουσα η συμπληρωματική οικοδόμηση έως την εξάντληση του συντελεστή, μπορεί να ζητηθεί από το δικαστήριο, υπό τους ίδιους όρους, η συμπληρωματική αυτή οικοδόμηση.

Άρθρο 2.

Αρμόδιο να αποφασίσει για την παροχή της άδειας οικοδόμησης ή ανοικοδόμησης, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, είναι το μονομελές πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο. Η διαφορά εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 648 έως 650 και 652 έως 657 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, με την επιφύλαξη των επόμενων διατάξεων.

 Άρθρο 3.

  1. Η αγωγή ασκείται από τους συγκυρίους που ζητούν την άδεια για οικοδόμηση και απευθύνεται προς όλους τους λοιπούς συγκυρίους. Η επίδοση της σ' αυτούς γίνεται εξήντα τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο. Στη δίκη προσεπικαλούνται οι τρίτοι που έχουν εμπράγματα δικαιώματα στο ακίνητο ή που έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στο μερίδιο συγκυρίου. Η παρ. 2 του άρθρου 491 και οι διατάξεις των άρθρων 492 έως 494 του κώδικα πολιτικής δικονομίας εφαρμόζονται αναλόγως.
  2. Στην αγωγή γίνεται μνεία ότι έχει τηρηθεί η προδικασία που προβλέπεται στο επόμενο άρθρο και αναφέρεται το όνομα και η διεύθυνση του συμβολαιογράφου στον οποίο έχουν κατατεθεί τα έγγραφα, καθώς και ο αριθμός της σχετικής με την κατάθεσή τους πράξης.
  3. Προθεσμία ανακοπής ερημοδικίας, έφεσης, αναψηλάφησης και αναίρεσης είναι οκτώ ημέρες, εάν ο δικαιούμενος στην άσκησή τους διαμένει στην ημεδαπή και δεκαπέντε ημέρες αν διαμένει στο εξωτερικό ή έχει άγνωστη διαμονή. Η συζήτηση των ένδικων μέσων που έχουν ασκηθεί προσδιορίζεται μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών και δεν μπορεί να αναβληθεί παρά μόνο μία φορά και αν συντρέχει φανερά σπουδαίος λόγος. Σε κάθε περίπτωση ο χρόνος αναβολής δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκαπέντε ημέρες. Οι προθεσμίες επίδοσης των δικογράφων ορίζονται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου.

Άρθρο 4.

  1. Πριν από την κατάθεση της αγωγής οι συγκύριοι που ζητούν την άδεια για οικοδόμηση καταθέτουν σε συμβολαιογράφο της έδρας του αρμόδιου δικαστηρίου τα ακόλουθα στοιχεία:

α) της προτεινόμενης εργολαβικής σύμβασης και της συγγραφής υποχρεώσεων, με προσύμφωνο για τη μεταβίβαση ποσοστών εξ αδιαιρέτου του ακινήτου και των αντίστοιχων χωριστών ιδιοκτησιών στον εργολάβο που πρόκειται να αναλάβει την οικοδόμηση με αντιπαροχή ή στους τρίτους που αυτός θα υποδείξει,

β) σχέδιο της πράξης σύστασης χωριστής κατ' ορόφους και διαμερίσματα ιδιοκτησίας, με περιγραφή των ιδιοκτησιών που θα δημιουργηθούν και μνεία αυτών που θα περιέλθουν στον κάθε συνιδιοκτήτη και εκείνων που θα μεταβιβαστούν στον εργολάβο ή στους τρίτους που αυτός θα υποδείξει,

γ) σχέδιο κανονισμού των σχέσεων των συνιδιοκτητών,

δ) τα αναγκαία κατασκευαστικά σχεδιαγράμματα, ιδίως τοπογραφικό, πρόσοψης και κάτοψης κάθε ορόφου από το υπόγειο έως το δώμα,

ε) σχέδιο του πίνακα κατανομής των ποσοστών εξ αδιαιρέτου του κοινού ακινήτου στις χωριστές ιδιοκτησίες που θα δημιουργηθούν με την οικοδόμηση, με μνεία της αναλογίας κοινόχρηστων δαπανών που θα βαρύνει κάθε χωριστή ιδιοκτησία,

στ) έκθεση σχετικά με την αξία κάθε ιδιοκτησίας που θα περιέλθει στους συγκυρίους, συνολικά και για κάθε συγκύριο χωριστά, καθώς και την τρέχουσα στη συγκεκριμένη περιοχή ποσοστιαία αντιπαροχή,

ζ) πιστοποιητικό ιδιοκτησίας και βαρών του ακινήτου και

η) συμβολαιογραφική δήλωση του εργολάβου που πρόκειται να αναλάβει την οικοδόμηση, ότι δέχεται να οικοδομήσει το ακίνητο με την αντιπαροχή και τους όρους γενικά που περιέχονται στο εργολαβικό, στη συγγραφή υποχρεώσεων και στα λοιπά προαναφερόμενα έγγραφα και σχεδιαγράμματα.

  1. Τα έγγραφα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο πρέπει να είναι υπογεγραμμένα από όλους τους συγκυρίους που ζητούν την οικοδόμηση ή από πληρεξούσιό τους διορισμένο με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Τα αναφερόμενα στα στοιχ. δ' έως στ' έγγραφα και σχεδιαγράμματα πρέπει επιπλέον να είναι υπογεγραμμένα από πολιτικό μηχανικό ή αρχιτέκτονα ή από υπομηχανικό, εφόσον έχει δικαίωμα υπογραφής. Αντίγραφα όλων των εγγράφων και σχεδιαγραμμάτων που έχουν κατατεθεί στο συμβολαιογράφο έχει το δικαίωμα να πάρει οποιοσδήποτε συγκύριος.
  2. Οποιοσδήποτε από τους συγκυρίους που περιλαμβάνονται στη μειοψηφία δικαιούται να προτείνει διάφορη λύση από αυτή που προτείνει η πλειοψηφία, καταθέτοντας στον ίδιο συμβολαιογράφο, δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο, τα αναγκαία σχέδια συμβάσεων, έγγραφα και σχεδιαγράμματα, συντεταγμένα και υπογεγραμμένα, όπως προβλέπεται στην παρ. 2.
  3. Αντίγραφα όλων των εγγράφων και σχεδιαγραμμάτων που έχουν κατατεθεί στο συμβολαιογράφο προσκομίζονται από τους διαδίκους στο δικαστήριο κατά τη συζήτηση.

Άρθρο 5.

Κάθε συγκύριος που περιλαμβάνεται στη μειοψηφία δικαιούται, με δήλωσή του ενώπιον του ίδιου συμβολαιογράφου, δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την δικάσιμο, να προτείνει τη μεταβίβαση στους ενάγοντες του ιδανικού μεριδίου του ή σε οποιονδήποτε τρίτο που οι ενάγοντες υποδεικνύουν έναντι του τιμήματος που θα καθορίσει το δικαστήριο. Η δήλωση αυτή μπορεί να γίνει και επικουρικώς για την περίπτωση που θα απορριφθεί πρόταση της παρ. 3 του άρθρου 4.

Αν η αγωγή γίνει δεκτή, η δικαστική απόφαση καθορίζει, με βάση τα στοιχεία της προδικασίας και τα αποδεικτικά μέσα που προσάγουν οι διάδικοι κατά τη συζήτηση, την αγοραία αξία του ιδανικού μεριδίου με την οποία θα γίνει η εξαγορά του.

Άρθρο 6.

  1. Το δικαστήριο, αν δεχτεί την αγωγή, καθορίζει τους όρους της εργολαβικής σύμβασης, προσδιορίζει τον εργολάβο και επιτρέπει στους κατά την κρίση του πιο κατάλληλους από τους διαδίκους συγκυρίους:

α) να καταρτίσουν τις συμβάσεις που απαιτούνται για την ανάθεση στον εργολάβο της οικοδόμησης με αντιπαροχή, για τη σύσταση της χωριστής ιδιοκτησίας και την κατάρτιση του κανονισμού σύμφωνα με τα κατατεθειμένα σχέδια συμβάσεων, έγγραφα και σχεδιαγράμματα που αναφέρονται στις παρ. 1 και 4 του άρθρου 4, όπως αυτά τυχόν τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις της απόφασης,

β) να μεταβιβάσουν με την πρόοδο των εργασιών στον εργολάβο ή στους τρίτους που αυτός θα υποδείξει τα ποσοστά εξ αδιαιρέτου του όλου ακινήτου, τα οποία αντιστοιχούν στις χωριστές ιδιοκτησίες που αποτελούν το εργολαβικό αντάλλαγμα και

γ) να προβούν σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης σε κάθε άλλη αναγκαία για την πραγματοποίηση της οικοδόμησης και τη σύσταση της χωριστής ιδιοκτησίας και του κανονισμού δικαιοπραξία ή πράξη, έναντι των αρχών ή τρίτων. Οι συμβάσεις, δικαιοπραξίες και κάθε άλλη πράξη των συγκυρίων, που ορίστηκαν με την απόφαση, εφόσον έχουν επιτραπεί με τη δικαστική απόφαση που δέχεται την αγωγή και παρέχει την άδεια οικοδόμησης του κοινού ακινήτου, δεσμεύουν και τους λοιπούς συγκυρίους και ενεργούν και έναντί τους κατά το λόγο των μερίδων τους στο ακίνητο.

  1. Στην περίπτωση του άρθρου 5 η ισχύς της απόφασης τελεί υπό την αίρεση της προηγούμενης αποδοχής της μεταβιβαστικής δήλωσης με συμβολαιογραφικό έγγραφο, καταβολής του τιμήματος και μεταγραφής, που πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέσα σε 6 μήνες αφότου η δικαστική απόφαση έγινε αμετάκλητη.

Στην περίπτωση που ο συγκύριος, ο οποίος πρότεινε την εξαγορά του μεριδίου του, αρνηθεί να εισπράξει το προσφερόμενο τίμημα, τότε αυτό κατατίθεται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στο όνομά του και το γραμμάτιο της παρακαταθήκης επισυνάπτεται στη δήλωση αποδοχής.

Άρθρο 7.

  1. Η κατά την παρ. 1 στοιχ. α' του προηγουμένου άρθρου σύμβαση εργολαβίας πρέπει να καταρτισθεί μέσα σε προθεσμία τριών μηνών, αφότου η δικαστική απόφαση γίνει αμετάκλητη.
  2. Αν η σύμβαση που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο δεν καταρτιστεί μέσα στην προθεσμία που ορίζεται σ' αυτήν για λόγους που αναφέρονται στο πρόσωπο του εργολάβου, ανεξάρτητα από την τυχόν ευθύνη του εξαιτίας πταίσματος κατά τις διαπραγματεύσεις, οι συγκύριοι που απαρτίζουν την κατά το άρθρο 1 παρ. 1 πλειοψηφία δικαιούνται μέσα σε νέα πεντάμηνη προθεσμία, που αρχίζει αφότου εκδηλώθηκε ρητή άρνηση ή αφότου επήλθε θάνατος ή πτώχευση του εργολάβου, οπωσδήποτε όμως από τη λήξη του πρώτου τριμήνου, να καταρτίσουν αυτοί πια τις συμβάσεις και πράξεις που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο με άλλον εργολάβο. Σε περίπτωση ασυμφωνίας των συγκυρίων αυτών (ως προς το πρόσωπο ή την καταλληλότητα του προτεινόμενου άλλου εργολάβου, αποφασίζει, ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε από αυτούς τους συγκυρίους, η οποία υποβάλλεται μέσα στην προθεσμία του πεντάμηνου, το κατά το άρθρο 2 δικαστήριο, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Η κατάρτιση της παραπάνω σύμβασης εργολαβίας γίνεται μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την έκδοση της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων. Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο αυτή δεν επιτρέπεται να μεταβληθούν άλλοι όροι των σχεδίων συμβάσεων, εγγράφων και σχεδιαγραμμάτων, σύμφωνα με τους οποίους είχε επιτραπεί η οικοδόμηση.
  3. Αν παρέλθουν άπρακτες οι προθεσμίες που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 6 και στις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου τούτου, η δικαστική απόφαση που επιτρέπει την οικοδόμηση ή καθορίζει το τίμημα εξαγοράς ιδανικού μεριδίου αποβάλλει την ισχύ της.

Άρθρο 8.

  1. Η κατά το άρθρο 3 αγωγή εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 220 του κώδικα πολιτικής δικονομίας.
  2. Μετά την εγγραφή, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, είναι απαράδεκτη η συζήτηση κάθε αγωγής διανομής του κοινού ακινήτου και αναστέλλεται η διαδικασία και κάθε προθεσμία σε δίκη διανομής η οποία είχε αρχίσει προηγουμένως. Το απαράδεκτο και η αναστολή παύουν, αφότου παρέλθουν άπρακτες οι προθεσμίες που προβλέπονται στο προηγούμενο άρθρο.
  3. Αν απορριφθεί η κατά το άρθρο 3 αγωγή ή αν αποβάλει την ισχύ της η απόφαση κατά την παρ. 3 του άρθρου 7, η συζήτηση νέας κατά το άρθρο 3 αγωγής είναι απαράδεκτη, εφόσον εκκρεμεί δίκη διανομής.

Άρθρο 9.

Αν υπάρχει ήδη χωριστή κατ' ορόφους ή διαμερίσματα ιδιοκτησία, δεν έχει όμως καταρτιστεί κανονισμός των σχέσεων των συνιδιοκτητών, η πλειοψηφία τουλάχιστον 60% των συγκυρίων δικαιούται να ζητήσει δικαστικώς, κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων άρθρων, να καταρτιστεί κανονισμός, εφόσον είναι αναγκαίος για τον καθορισμό των σχέσεων των συνιδιοκτητών. Κατά τον ίδιο τρόπο και με πλειοψηφία τουλάχιστον 65% των συγκυρίων μπορεί να επιτραπεί η συμπλήρωση ή και η τροποποίηση του κανονισμού, όταν εμφανίζει ελλείψεις που εμποδίζουν τη λειτουργία της συνιδιοκτησίας ή τη χρήση των χωριστών ιδιοκτησιών σύμφωνα με τον προορισμό του ακινήτου.