Από τις διατάξεις των άρθρων 696, 697, 698 ΚΠολΔ, ως ισχύουν μετά την τροποποίηση με τον ν. 4842/2021, προκύπτει ότι οι κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων εκδιδόμενες δικαστικές αποφάσεις έχουν προσωρινή ισχύ, δεν επηρεάζουν την κυρία δίκη και μπορεί να ανακληθούν, είτε από το Δικαστήριο που τις έχει εκδώσει, είτε από το Δικαστήριο της κυρίας δίκης.

Α. Με βάση την διάταξη του άρθρου 696 ΚΠολΔ

1) Όποιος δεν έλαβε μέρος, ή δεν κλήθηκε κατά την συζήτηση αίτησης στην οποία εκδόθηκε απόφαση που διέταξε τα ασφαλιστικά μέτρα, ή μεταρρύθμισε, ή ανακάλεσε απόφαση ασφαλιστικών μέτρων και έχει έννομο συμφέρον, μπορεί να ζητήσει την ανάκληση της απόφασης από το δικαστήριο που την εξέδωσε.

2) Εφ όσον επήλθε μεταβολή των πραγμάτων, που δικαιολογεί την ανάκληση, το δικαστήριο που διέταξε τα ασφαλιστικά μέτρα, έως την συζήτηση της αγωγής που αφορά την κύρια υπόθεση, μπορεί να ανακαλέσει ολικά ή εν μέρει την απόφασή του, με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον.

3) Όσο διαρκεί η εκκρεμοδικία, το αρμόδιο για την κύρια υπόθεση δικαστήριο, μπορεί να ανακαλέσει ολικά ή εν μέρει την απόφαση, που δέχεται, ή απορρίπτει, αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, µε αίτηση του διαδίκου, που έχει έννομο συμφέρον.

Γ. Με βάση την διάταξη του άρθρου 698 ΚΠολΔ

Η απόφαση που διέταξε το ασφαλιστικό μέτρο ανακαλείται ολικά ή εν μέρει, αν η κύρια υπόθεση είναι εκκρεμής από το δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί, και σε κάθε άλλη περίπτωση από το δικαστήριο που διέταξε το ασφαλιστικό μέτρο.

1) Αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη για την κύρια υπόθεση κατ' εκείνου ο οποίος έχει ζητήσει το ασφαλιστικό μέτρο και γίνει τελεσίδικη.

2) Αν εκδοθεί οριστική απόφαση που τον ωφελεί και εκτελεσθεί.

3) αν συμφωνηθεί συμβιβασμός για την κύρια υπόθεση.

4) Αν περάσουν τριάντα ημέρες από την κατάργηση, ή περάτωση, της κύριας δίκης με άλλο τρόπο.

Σημείωση 1

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 682, 293, 694, 695, 696 παρ. 3 και 698 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το ασφαλιστικό μέτρο που διατάχθηκε για την εξασφάλιση, ή τη διατήρηση δικαιώματος, ή την προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως, α) αίρεται αυτοδίκαια σε περίπτωση παράλειψη άσκησης εμπρόθεσμης αγωγής για την κύρια υπόθεση, ή για την παροχή ορισθείσας εγγυοδοσίας, β) ανακαλείται, ή μεταρρυθμίζεται ολικά ή μερικά, δυνητικά μεν αν επήλθε μεταβολή των πραγμάτων, που δικαιολογεί την ανάκληση, ή την μεταρρύθμιση, υποχρεωτικά δε εάν εκδοθεί επί της δίκης για την κύρια υπόθεση απόφαση κατ' αυτού που ζήτησε το ασφαλιστικό μέτρο, καταστεί τελεσίδικη ή οριστική υπέρ αυτού και εκτελεσθεί.

Σημείωση 2

Από τα παραπάνω συνάγεται ότι σε ανάκληση υπόκειται η απόφαση που διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα, η οποία εξακολουθεί να ισχύει. Αν αυτή έχει απωλέσει την ισχύ της έστω και αυτοδικαίως, όπως στην περίπτωση του άρθρου 693 παρ. 2 ΚΠολΔ, αλλά και του άρθρου 715 παρ. 5 ΚΠολΔ, δεν μπορεί να ανακληθεί με δικαστική απόφαση, αφού με την αυτοδίκαιη άρση του ασφαλιστικού μέτρου που καθιερώνει ο ΚΠολΔ  με την πάροδο άπρακτης της τασσόμενης προθεσμίας αποφεύγεται η νέα δίκη ανάκλησης.